Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2013

Ενδοιαστικές προτάσεις

 
Ενδοιαστικές λέγονται οι προτάσεις που εισάγονται με τους διστακτικούς συνδέσμους μη (να μη), μήπως και εκφράζουν κάποιο φόβο, δισταγμό (ενδοιασμό) για κάτι δυσάρεστο που μπορεί να συμβεί ή να μη συμβεί.
Εξαρτώνται:
1ον από ρήματα:
α. που εκφράζουν φόβο ή ανησυχία, π.χ. φοβάμαι, ανησυχώ, τρέμω, τρομάζω, αγωνιώ κ.ά.
• Φοβάμαι μήπως πάθεις κάτι.
β. που εκφράζουν υποψία ή προφύλαξη, π.χ. υποπτεύομαι, υποψιάζομαι, προσέχω, προφυλάγομαι κ.ά.
• Προφυλάξου από το κρύο μην αρρωστήσεις.
2ον απρόσωπα ρήματα ή περιφράσεις συγγενικής σημασίας με τα παραπάνω ρήματα, π.χ. τρομάζει, αγχώνει, με πιάνει φόβος, έχω την αγωνία, έχω την υποψία κ.ά.
• Τη νύχτα ξυπνώ έχοντας την αγωνία μήπως έπαθε κάτι το παιδί.
3ον ουσιαστικά συγγενικής σημασίας με τα παραπάνω ρήματα, π.χ. φόβος, αγωνία, υποψία, τρόμος, άγχος κ.ά.
• Ξύπνησε από το φόβο, μην του κλέψουν το αμάξι.
4ον αντωνυμίες, συνήθως δεικτικές ή αόριστες σε ουδέτερο γένος, αυτό, εκείνο, ένα, κάτι κ.ά.
• Αυτό με τρομάζει, μήπως κτυπήσει έτσι που τρέχει σαν τρελός.
χρησιμοποιούνται ως:
α. αντικείμενο, π.χ.
• Ανησυχώ μήπως δεν έρθει σήμερα το πλοίο.
β. επεξήγηση, π.χ.
• Ένα με ανησυχεί, μήπως τον πιάσουν άδικα.
γ. υποκείμενο (σπάνια), π.χ.
• Με ανησυχεί πολύ μήπως δεν προλάβει το τελευταίο τρένο.


Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2013

Οι μαθητέςτων Γ3-Γ4 του 2ο Γ. Πυλαίας να διαβάσουν τις προτάσεις παρακάτω

 
Βουλητικές λέγονται οι προτάσεις που εισάγονται με το μόριο να και συμπληρώσουν την έννοια ενός ρήματος ή, κάποιες φορές, ενός ονόματος.
Συμπληρώνουν:
1ον ρήματα:
α. βουλητικά, τα ρήματα δηλαδή που έχουν τη σημασία του θέλω, όπως: ζητώ, επιθυμώ, λαχταρώ, ποθώ, επιδιώκω κ.ά.
• Θέλω να φύγω.
• Σου ζήτησα να μου δώσεις το βιβλίο.
β. κελευστικά, δηλαδή όσα έχουν παρόμοια σημασία με αυτή του διατάζω, όπως: παραγγέλνω, παρακινώ, προειδοποιώ κ.ά.
• Τον προειδοποίησαν να μην τολμήσει να περάσει από το γραφείο.
γ. απαγορευτικά, όπως: απαγορεύω, εμποδίζω κ.ά.
• Σας απαγορεύω να καπνίζετε.
δ. αισθητικά, όπως: βλέπω, ακούω, καταλαβαίνω, νιώθω αισθάνομαι κ.ά.
• Βλέπω να τη βγάζουμε σήμερα χωρίς νερό.
ε. διάφορα άλλα ρήματα, π.χ. φοβάμαι, χαίρομαι, ντρέπομαι, σιχαίνομαι, αηδιάζω, αρχίζω, κινδυνεύω κ.ά.
• Φοβάμαι να πάω απ’ αυτό το δρόμο.
2ο απρόσωπα ρήματα ή απρόσωπες εκφράσεις με τη σημασία των προηγούμενων ρημάτων, π.χ. χρειάζεται, απαγορεύεται, πρέπει, είναι ανάγκη, είναι ντροπή, έχω την επιθυμία, έχω παραγγελία, είμαι ικανός, είμαι πρόθυμος κ.ά.
• Απαγορεύεται να καπνίζετε.
• Πρέπει να φύγετε.
• Είμαι ικανός να φάω ένα ψωμί στην καθισιά μου.
3ο ουσιαστικά ή επίθετα με συγγενική σημασία με τα προηγούμενα ρήματα, π.χ. ανάγκη, σκοπός, έτοιμος, πρόθυμος κ.ά.
• Βρέθηκα στην ανάγκη να ζητήσω ένα κομμάτι ψωμί.
• Περίμεναν υπομονετικά, πρόθυμοι να βοηθήσουν.
4ο αντωνυμίες, συνήθως δεικτικές ή αόριστες σε ουδέτερο γένος, αυτό, εκείνο κ.ά.
• Αυτό, να τον λυπούνται οι άλλοι, δεν το ήθελε.
5ο μετά από τις προθέσεις: αντί, δίχως, χωρίς, ίσαμε και τις προθέσεις από, με, σε με το άρθρο (από το, με το, στο) μαζί με τις οποίες δηλώνουν διάφορες επιρρηματικές σχέσεις.
• Φύγαμε χωρίς να χαιρετήσει ο ένας τον άλλον.
• Μην καθυστερείς άλλο με το να τον περιμένεις άδικα.
χρησιμοποιούνται ως:
α. υποκείμενο των απρόσωπων ρημάτων ή εκφράσεων, π.χ.
• Απαγορεύεται να καπνίζετε.
β. αντικείμενο, π.χ.
• Ο Πέτρος θέλει να φύγει.
γ. επεξήγηση, π.χ.
• Ένα μόνο λαχταρώ, να σε δω με το πτυχίο του γιατρού.
δ. ονοματικός προσδιορισμός π.χ.
• Τον χαρακτήριζε το πάθος να ταξιδεύει στις θάλασσες.
ε. επιρρηματικός προσδιορισμός μετά από προθέσεις, π.χ.
• Φύγαμε χωρίς να χαιρετήσει ο ένας τον άλλον.
ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ

Πολλά ρήματα συντάσσονται άλλοτε με ειδική πρόταση κι άλλοτε με βουλητική, π.χ.
• Πιστεύω ότι θα έρθει μαζί μας. - Πιστεύω να μ’ ακούσεις αυτή τη φορά.
• Αρκεί που ήρθες. – Αρκεί να έρθεις.
• Μου έγραψε ότι θα γυρίσει σύντομα. – Του έγραψα να γυρίσει αμέσως.



Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013

1821


ειδικές προτάσεις

Ειδικές λέγονται οι προτάσεις που εισάγονται με τους ειδικούς συνδέσμους ότι, πως, που.

Εξαρτώνται:
1ον από ρήματα:
α. λεκτικά, δηλαδή τα ρήματα που δηλώνουν λόγο, π.χ. λέω, ομολογώ, ισχυρίζομαι, υπόσχομαι, κατηγορώ, συκοφαντώ, ειδοποιώ, τηλεφωνώ, ανακοινώνω, γράφω, διαβάζω, σημειώνω, υπονοώ κ.ά.
• Μου ανακοίνωσε ότι παραιτήθηκε.
• Με ειδοποίησε ότι δε θα έρθει στο πάρτι.
 
β. δεικτικά, δηλαδή τα ρήματα που έχουν τη σημασία του δείχνω, όπως: αποδεικνύω, δηλώνω, φανερώνω, παρασταίνω, πείθω, προσποιούμαι, παριστάνω κ.ά.
Προσποιήθηκε ότι είναι άρρωστος.
• Της έδειξε ότι έκανε λάθος που πήγε στο χορό.
 
γ. αισθητικά, δηλαδή τα ρήματα που έχουν σχέση με τις αισθήσεις, π.χ. βλέπω, ακούω, νιώθω, καταλαβαίνω, παρατηρώ κ.ά.
Νιώθω ότι δε σου άρεσε το φαγητό.
Κατάλαβε πως έπρεπε να φύγει.
 
δ. δοξαστικά, δηλαδή όσα έχουν τη σημασία του νομίζω, όπως: πιστεύω, υποθέτω, υποψιάζομαι, φαντάζομαι κ.ά.
Υποψιάζομαι πως αυτός είναι ο κλέφτης.
• Να υποθέσω ότι συμφωνείς;

ε. γνωστικά, δηλαδή όσα σημαίνουν γνώση, π.χ. γνωρίζω, ξέρω, μαθαίνω, πληροφορούμαι, εννοώ, κατανοώ κ.ά.
Μαθαίνω ότι δεν είσαι προσεκτικός στο σχολείο.
 
2ον από απρόσωπα ρήματα ή απρόσωπες εκφράσεις που έχουν συγγενική σημασία με τα ρήματα που προαναφέραμε, π.χ.
λέγεται, φαίνεται, διαδίδεται, υποτίθεται, έχω τη γνώμη, έχω την υποψία, έχω την πληροφορία, είμαι της γνώμης, είμαι βέβαιος, είμαι σίγουρος, είναι κρίμα, είναι ψέμα, είναι βέβαιο κ.ά.
Λέγεται πως το αεροπλάνο θα έχει καθυστέρηση.
Έχω τη γνώμη πως η στάση του δεν ήταν η σωστή.
Είμαι βέβαιος πως εσύ φταις για όλα.
Είναι ψέμα ότι ο μοναδικός φταίχτης ήταν ο Γιώργος.
 
3ον από ουσιαστικά που έχουν συγγενική σημασία με τα ρήματα που προαναφέραμε, π.χ.
γνώση, γνώμη, διάδοση, πληροφορία, αίσθηση, δήλωση, αντίληψη, υποψία, ελπίδα κ.ά.
• Αποδείχτηκε ψεύτικη η διάδοση, πως το αεροπλάνο θα έχει καθυστέρηση.
• Η πληροφορία, ότι θα πάρουμε τελικά το δάνειο, με ενθουσίασε.

4ον από αντωνυμίες δεικτικές και αόριστες ουδετέρου γένους, π.χ. αυτό, εκείνο, κάποιο, κάτι κ.ά.
• Όλοι το ξέρουν αυτό, ότι θα παντρευτεί την Ελένη.
• Μάλλον ξέχασες κάτι, πως κανείς δε θα μας αφήσει να φύγουμε.

χρησιμοποιούνται:
α. ως υποκείμενο των απρόσωπων ρημάτων ή εκφράσεων, π.χ.

• Λέγεται πως το αεροπλάνο θα έχει καθυστέρηση.
• Έχω τη γνώμη πως η στάση του δεν ήταν η σωστή.
 
β. ως αντικείμενο, π.χ.

• Υποψιάζομαι πως αυτός είναι ο κλέφτης.
• Προσποιήθηκε ότι είναι άρρωστος.
 
γ. ως επεξήγηση, π.χ.

• Αποδείχτηκε ψεύτικη η διάδοση, ότι το αεροπλάνο θα έχει καθυστέρηση.
• Όλοι το ξέρουν αυτό, ότι θα παντρευτεί την Ελένη.
 
δ. ως κατηγορούμενο (σπανιότερα) π.χ.

• Ο Νίκος φαίνεται ότι είναι βαριά άρρωστος.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ
1) Οι ειδικές προτάσεις μπορεί να εισάγονται και με το να, όταν το ρήμα της πρότασης από την οποία εξαρτώνται εκφράζει αμφιβολία, π.χ.

• Πιστεύω να έρθεις στο πάρτι (ότι θα έρθεις στο πάρτι).
Είναι πιθανό να τα έφαγε όλα ο Γιώργος (ότι ο Γιώργος τα έφαγε όλα).

2) Μερικές φορές μπορεί να εισάγονται και με το σύνδεσμο και, όταν το ρήμα της πρότασης από την οποία εξαρτώνται έχει τη σημασία του αισθάνομαι ή νομίζω, π.χ.

Νομίζεις και έφυγε επίτηδες με τέτοιο τρόπο (ότι έφυγε…)